Κύριε μου, Ιησού Χριστέ, ελέησόν με

Τρίτη 29 Δεκεμβρίου 2015

Ρήσεις και διηγήσεις του Αγίου Γέροντος Παϊσίου (σ΄- σμθ΄)

σ΄.
Νὰ προσέχετε πολὺ τὶς κινήσεις στὸν κόσμο, διότι σήμερα κάποιοι ὅλα τὰ ἑρμηνεύουν λανθασμένα. Μοῦ εἶχαν φέρει ἕνα φακὸ μὲ ἐλατήριο ποὺ φορτιζόταν. Τὸν εἶχα κάτω ἀπὸ τὸ μαξιλάρι. 
Καὶ εἶπε κάποιος ποὺ τὸν εἶδε: «Ὁ π. Παΐσιος ἔχει ὅπλο».
***
σα΄.
Ὅταν ὁ ἄνθρωπος φθάσει σὲ μία κατάσταση νὰ χαίρεται νὰ πεθάνει, αὐτὸς ὁ ἑαυτὸς ἔχει πεθάνει.
***
σβ΄.
Ὁ πνευματικὸς ἀγῶνας δὲν ἔχει ἀπαιτήσεις. Μία ἀσθενικὴ φύση ποὺ δὲν μπορεῖ νὰ κάνει πολλὴ ἄσκηση, μπορεῖ ὅμως νὰ ταπεινωθῆ, νὰ δείξει ἀγάπη, νὰ πάρει πάνω της τὸ σφάλμα τοῦ ἄλλου. Ἂν ἔχει ἀῤῥώστια καὶ τὴν δεχθῆ μὲ δοξολογία, ὠφελεῖται πολὺ καὶ ταπεινώνεται ἀπὸ τὴν ἀῤῥώστια. Ὅλοι ἔχουν ἐλαφρυντικὰ ἐκτὸς ἀπὸ τὸν διάβολο, γιατὶ ὅλοι δεχόμαστε τὴν ἐπήρειά του. Οἱ πνευματικοὶ ἄνθρωποι παίρνουν τὸ βάρος τοῦ ἄλλου. Αὐτὸ εἶναι ἡ μεγαλύτερη ἀγάπη καὶ ὄχι νὰ βοηθήσεις τὸν ἄλλον στὸ διακόνημά του, νὰ σηκώσεις τὸ πιὸ βαρύ. Εἶναι βέβαια ἀγάπη, ἀλλὰ μπορεῖ νὰ σὲ κλέψει ἡ ὑπερήφανεια.
***
σγ΄.
Ἀμέλεια θὰ πεῖ ὅτι λείπει τὸ μέλι. Δὲν ἔχει γλυκανθῆ ὁ μοναχὸς στὰ πνευματικά. Ὅταν εἶναι ἀδιάθετη ἡ ψυχὴ στὴν προσευχή, χρειάζεται νὰ βιάζει τὸν ἑαυτό της, καὶ σιγὰ-σιγὰ ἀνοίγει ἡ ὄρεξη καὶ ἡ ψυχὴ γλυκαίνεται. Ὅπως ἕνας ἄῤῥωστος ὅ,τι τρώει, σοῦπες, γλυκά, τοῦ φαίνονται ὅλα ἄνοστα, ἀλλὰ βιάζει τὸν ἑαυτό του καὶ τὰ τρώει μὲ τὰ ζόρι, καὶ τρώγοντάς τα δυναμώνει, καλυτερεύει ἡ ὑγεία του, ἀνοίγει ἡ ὄρεξή του καὶ νιώθει την καλὴ γεύση τοῦ φαγητοῦ.
***
σδ΄.
Ὅταν κανεὶς νηστεύει ταπεινά, δικαιοῦται τὴν θεία βοήθεια. Ἂν πῆ ὅμως: «Ὁ προφήτης Μωϋσῆς νήστεψε σαράντα ἡμέρες, ἐκεῖνος ὁ Ἅγιος ἔκανε ἐκεῖνο, θὰ τὸ κάνω καὶ ἐγώ», τότε δὲν κάνει τίποτε. Διότι, ἀπομακρύνεται ἡ θεία Χάρις καὶ ὅ,τι κάνει, τὸ κάνει ὁ ἄνθρωπος, ὁ ὁποῖος κινεῖται μὲ ἐγωϊσμό. Ἡ σωματικὴ ἄσκηση βοηθάει, ὅταν γίνεται μὲ φιλότιμο.
***
σε΄.
Ὅταν διαβάζετε, νὰ διαβάζετε λίγο καὶ νὰ τὸ μεταφέρετε στὴν ζωή σας. Ὄχι διαβάζουμε, διαβάζουμε σὰν τὸ παιδὶ ποὺ θηλάζει τὴν πιμπίλα ἀντὶ γιὰ τὸν μαστὸ τῆς μάνας. Νὰ μὴν διαβάζουμε μόνο γιατὶ αὐτὸ μᾶς εὐχαριστεῖ περισσότερο. Μερικοί, κοσμικοὶ κυρίως, διαβάζουν πνευματικὰ βιβλία μὲ τὶς ὧρες καί, ἐπειδὴ εὐχαριστιοῦνται, νομίζουν ὅτι ἔχουν καὶ κατάσταση, ὅτι εἶναι καλοί. Μαθαίνουν πολλά, τὰ λένε καὶ στοὺς ἄλλους γιὰ ἐπίδειξη, καὶ νομίζουν ὅτι κάτι εἶναι· ἂν ὅμως πᾶν σὲ Μοναστήρι, δὲν μποροῦν νὰ σταθοῦν, φεύγουν. Στὸν κόσμο νόμιζαν ὅτι εἶναι οἱ καλύτεροι, γιατὶ διάβαζαν χωρὶς νὰ ἐφαρμόζουν, ἄκουγαν καὶ τοὺς ἐπαίνους. Ἐδῶ εἶναι τελευταῖοι στὴν σειρά, κανεὶς δὲν τοὺς ἐπαινεῖ. Οἱ Δυτικοὶ ἔχουν αὐτὸ τὸ πνεῦμα. Διαβάζουν, διαβάζουν καὶ ὁ καθένας τους ἐκφέρει γνώμη. Ὅλοι τους εἶναι σὰν θεολόγοι μορφωμένοι, καὶ προσπαθοῦν νὰ ἑρμηνεύσουν τὰ πάτα.
***
σστ΄.
Τὸ Κοινόβιο, πολὺ βοηθᾶ νὰ δοῦμε τὸν ἑαυτό μας. Κάθε ἀδελφός μας εἶναι καὶ ἕνας καθρέφτης γιὰ μᾶς. Βλέπεις τὶς ἀρετές του καὶ προσπαθεῖς νὰ τὸν μιμηθῆς. Βλέπεις πάλι τὰ ἐλαττώματά του, κοιτάζεις τὸν ἑαυτό σου καὶ βλέπεις ὅτι τὸ ἴδιο ἐλάττωμα τὸ ἔχεις σὲ μεγαλύτερο βαθμό, καὶ ἔτσι ταπεινώνεσαι καὶ ὠφελεῖσαι.
***
σζ΄.
Ὁ ταπεινός, ὅ,τι καλὸ κάνει τὸ ξεχνᾶ ἀμέσως, ἐνῶ τὸ παραμικρὸ καλὸ ποὺ τοῦ κάνουν τὸ θεωρεῖ πολὺ μεγάλο, νιώθει εὐγνωμοσύνη. Δὲν τὸ ξεχνᾶ ποτέ, νιώθει ὅτι εἶναι ἀχάριστος. Ὑπάρχουν τέτοιες ψυχές.
***
ση΄.
Πρόοδος πνευματική, εἶναι νὰ μὴν θυμᾶται ὁ μοναχὸς κανένα καλό του. Φθάνει σὲ εὐαισθησία, ξεχνᾶ ὅλα τὰ καλά, καὶ λέει ὅτι δὲν ἔκανε τίπτοα.
***
σθ΄.
Πρέπει νὰ προσευχόμαστε γιὰ τοὺς ἄλλους μὲ τὴν καρδιά μας. Ἕνας ἀναστεναγμὸς μέσα ἀπὸ τὴν καρδιά μας ἰσοδυναμεῖ μὲ προσευχή· μὲ ὧρες προσευχῆς μπορῶ νὰ πῶ.
***
σι΄.
Νὰ προσέχουμε αὐτὰ ποὺ ψάλλουμε. Ὁ νοῦς μας νὰ εἶναι ἐκεῖ καὶ νὰ μὴν σκέφτεται τίποτε. Νὰ ψάλλουμε μὲ τὴν καρδιά. Ἂν ψάλλετε μὲ τὴν καρδιά σας, ὅπως καὶ νὰ τὰ πῆτε, καλὰ θὰ εἶναι. Νὰ προσέχετε αὐτὰ ποὺ διαβάζετε καὶ νὰ ψάλλεται μὲ εὐλάβεια. Τότε τὸ δυνατὸ δὲν εἶναι φωνητικό, ἀλλὰ καρδιακό· καὶ τὸ σιγανὸ εἶναι ταπεινό, μὲ εὐλάβεια, σεβασμὸ καὶ ὄχι κοιμισμένο.
***
σια΄.
Τὸ διακόνημα τῶν μοναχῶν εἶναι ἡ προσευχή. Ἐμεῖς ποὺ πληρωνόμαστε ἀπὸ τὸν Θεό, θὰ ἀμελήσουμε τὴν δουλειά μας ποὺ εἶναι ἡ προσευχή;
***
σιβ΄.
Ὅταν ἤμουν νέος, διάβαζα κάτι, δὲν τὸ καταλάβαινα. Τὸ σημείωνα, ῥωτοῦσα καὶ μοῦ τὸ ἐξηγοῦσαν. Ὕστερα τὸ ἔγραφα στὸ τετράδιο. Προσπαθοῦσα νὰ τὸ ἐφαρμόσω. Στὴν συνέχεια εὕρισκα καὶ κάτι ἄλλο ποὺ ταίριαζε μὲ αὐτὸ ποὺ εἶχα γράψει, τὸ ἔγραφα μαζί. Ἔπειτα τὰ χώριζα κατὰ θέματα, ὥστε νὰ βρίσκω εὔκολα τὸ θέμα ποὺ κάθε φορὰ μὲ ἐνδιέφερε. Τέλος, ἤθελα νὰ συμπληρώσω κάτι, δὲν χωροῦσε. Ξανὰ τὰ ἔγραφα ὅλα σὲ ἄλλο τετράδιο ἀπὸ τὴν ἀρχή.
***
σιγ΄.
Ὅταν κανεὶς εἶναι νέος, ἀγωνίζεται καὶ κάνει φιλότιμο ἀγῶνα· τότε εἶναι αὐστηρὸς στὸν ἑαυτό του, εἶναι καὶ στοὺς ἄλλους. Ὅταν περνοῦν τὰ χρόνια καὶ συνεχίζει τὸν ἴδιο ἀγῶνα, τὴν ἴδια ἄσκηση, ἴσως καὶ περισσότερο, στὸν ἑαυτό του γίνεται σκληρότερος ἀλλὰ στοὺς ἄλλους εἶναι ἐπιεικής.
***
σιδ΄.
Γιὰ μένα, τὸ νὰ σηκώσεις τσουβάλια εἶναι τίποτε μπροστὰ στὸ νὰ σηκώσεις τὸ σφάλμα του ἄλλου. Τσουβάλια σηκώνουν καὶ οἱ κοσμικοί, καὶ ἔχουν ἐγωϊσμό.
***
σιε΄.
Στὶς ἀκολουθίες, ὁ ἀρχάριος πιὸ πολὺ νὰ παρακολουθῆ, καὶ λιγότερο εὐχή. Νὰ μάθει τὰ τυπικά, τὶς ἑορτές, τὶς ἀκολουθίες, καὶ μετὰ νὰ κάνει τὴν εὐχή,
***
σιστ΄.
Ἡ Ἐκκλησία εἶναι ὅπως τὸ καράβι. Ἄλλος κοιμᾶται, ἄλλος χαζεύει. Αὐτὸ τραβᾶ τὸν δρόμο του. Ἄλλος πάλι ἀγωνίζεται, παλεύει πάνω μὲ τὰ κύματα. Ὅλοι μαζὶ προχωροῦν. Φθάνει νὰ εἶναι μέσα στὴν Ἐκκλησία. Γι’ αὐτὸ νὰ φροντίζετε νὰ εἶστε πάντα στὶς ἀκολουθίες. Νὰ μὴν λείπετε.
***
σιζ΄.
Οἱ μοναχές, νὰ προσέξουν τὴν ἰδιοῤῥυθμία. Στὰ γυναικεῖα Μοναστήρια ἡ ἰδιοῤῥυθμία εἶναι δαιμονοῤῥυθμία. Τὸ γυναικεῖο ἰδιόῤῥυθμο μπορῶ νὰ πῶ ὅτι εἶναι 100% δαιμονόῤῥυθμο.
***
σιη΄.
Τί εἶναι ὁ κανόνας; Μία εὐκαιρία νὰ ζητήσω συγχώρεση ἀπὸ τὸν Θεό. Μπορεῖ νὰ εἶναι καὶ ἡ τελευταία. Κοίτα νὰ τὴν ἀξιοποιήσεις. Τὰ παλαιὰ χρόνια καὶ ὁ κανόνας γινόταν στὴν ἐκκλησία. Μετὰ γινόταν στὸ κελλί, γιατὶ ἄλλος ἔκλαιγε ἄλλος ἀναστέναζε.
***
σιθ΄.
Ὁ Πρόδρομος κήρυττε τὴν μετάνοια καὶ ἑτοίμαζε τοὺς ἀνθρώπους γιὰ νὰ δεχθοῦν τὸν Χριστό. Ἦρθε ὁ Χριστός, ἐμεῖς βαπτισθήκαμε καὶ μετὰ τὰ κάναμε θάλασσα. Καὶ ἔρχεται τώρα μὲ τὸ δεύτερο βάπτισμα, τὸ Ἀγγελικὸ Σχῆμα, νὰ συγχωρέσει ἀπὸ ἐμᾶς τοὺς μοναχοὺς τὶς ἁμαρτίες. Καὶ ντυνόμαστε τώρα μὲ τὸ Σχῆμα, τὴν μετάνοια.
***
σκ΄.
Οἱ καλόγεροι, ἐπειδὴ δὲν ἔχουν τὰ προβλήματα τῶν κοσμικῶν, εἶναι ἤρεμοι, νυστάζουν καὶ θέλουν νὰ κοιμοῦνται. Ἀλλὰ δὲν μᾶς συμφέρει νὰ χαλαρώσουμε. Πρέπει σιγὰ-σιγὰ νὰ σφίξουμε. Κόβουμε λίγο τὸν ὕπνο, μετὰ τὸ φαΐ. Αὐτὰ πᾶν μαζί. Ὁ πολὺς ὕπνος φέρνει τὸ φαΐ, τὸ φαΐ τὸν ὕπνο. Τὸ φαΐ παχαίνει τὸ σῶμα. Αὐτὸ θέλει ὕπνο καὶ ὁ ὕπνος παχαίνει τὸν νοῦ.
***
σκα΄.
Οἱ γυναῖκες θέλουν λίγο ἀνδρισμό. Χωρὶς ἀνδρισμὸ ἡ γυναῖκα εἶναι χαλβάς.
***
σκβ΄.
Οἱ μοναχές, ἔχουν ἐνδιαφέρον, ἔχουν καὶ καρδιά. Πολλὲς φορὲς ὅμως δὲν τὴν στρέφουν ἐκεῖ ποὺ πρέπει. Λείπει ἡ προσοχή. Εἶναι σὰν νὰ ἔχουν ἕνα δοχεῖο καὶ θέλουν νὰ βάλουν λάδι. Τὸ πλένουν καλά, τὸ σκουπίζουν, τὸ ἑτοιμάζουν προσεχτικά, διαλέγουν τὸ καλό, πρώτης ποιότητος λάδι, καὶ τὸ βάζουν μέσα. Καὶ ἀντὶ νὰ τὸ ἀσφαλίσουν, νὰ βάλουν μία πλάκα πάνω, βάζουν μία τσαντίλα –μπορεῖ νὰ ἔχει καὶ κανένα κέντημα πάνω. Μετὰ ἔρχονται τὰ ποντίκια νὰ φᾶνε, πέφτουν ἕνα-δύο μέσα, μαγαρίζεται καὶ ἀρχηστεύεται ὅλο τὸ λάδι. Τί νὰ τὸ κάνεις ποὺ καθάρισες τὸ δοχεῖο καὶ διάλεξες καλὸ λάδι; Εἶναι ὅλα γιὰ πέταγμα καὶ πάει χαμένος καὶ ὁ κόπος σου. Δὲν κοιτᾶτε νὰ ἀσφαλίσετε αὐτὸ ποὺ ἔχετε.
***
σκγ΄.
Ἂν ῥίχνεις τὸ βάρος στὸν ἄλλον, βαραίνεις. Ἂν τὸ παίρνεις ἐπάνω σου, ἐλαφρώνεις.
***
σκδ΄.
Ὑπάρχουν ψυχὲς ποὺ ξεκίνησαν μὲ ζῆλο γιὰ τὸ Μοναστήρι καὶ μετὰ δὲν συνεχίζουν αὐτὴ τὴν πορεία. Εἶναι, γιατὶ ἀπὸ τὴν ἀρχὴ ὑπῆρχε τὸ ἐγὼ μέσα. Ὑπάρχει ζῆλος, ἀλλὰ δὲν εἶναι καθαρός, γιατὶ ἀνακατεύεται καὶ ὁ ἐγωϊσμὸς μέσα. Ἔχει, ἂς ποῦμε, 30% ζῆλο καὶ 70% ἐγωϊσμό. Μετὰ ἀποδυναμώνεται καὶ δὲν προχωρᾶ πνευματικά. Δὲν ὑπάρχουν καύσιμα. Ἂν ἡ βενζίνη δὲν εἶναι καθαρή, ἀλλὰ ἔχει καὶ ἄλλο ὑλικὸ μέσα, ἡ μηχανὴ δὲν μπορεῖ νὰ κινηθῆ.
***
σκε΄.
Μοῦ ἔλεγε ἕνας διὰ Χριστὸν σαλός: «Στὴν ἀρχὴ εἶναι δύσκολα. Ὅταν ἀρχίζεις, μέχρι νὰ σπάσει ὁ ἐγωϊσμός, δυσκολεύεσαι. Μετὰ τὸ χαίρεσαι».
***
σκστ΄.
Τὸν ταπεινὸ ὅλοι τὸν ἀγαποῦν. Τὸν ταπεινὸ δὲν μπορεῖς νὰ τὸ ξεχάσεις.
***
σκζ΄.
Μὲ τὴν ὑπερηφάνεια, τὸν ἐγωϊσμό, εἶναι εὔκολο νὰ πάθει κανεὶς ζημιά. Βλέπεις ἀκόμα καὶ στὰ φίδια. Τὴν ὀχιὰ εὔκολα τὴν σκοτώνεις. Ἐπειδὴ ἔχει δηλητήριο, κάθεται ἐκεῖ, σηκώνει τὸ κεφάλι, κουνᾶ τὴν γλῶσσα σὰν ψαλίδι καὶ προκαλεῖ. Ἔχει αὐτοπεποίθηση· εἶναι σίγουρη γιὰ τὸν ἑαυτό της καὶ προλαβαίνεις, πᾶς, παίρνεις πέτρα καὶ τὴν σκοτώνεις. Ἐνῶ τὰ ἄλλα φίδια, μόλις τὰ δῆς, γλιστροῦν καὶ φεύγουν.
***
σκη΄.
Ὅταν χτυπιοῦνται μεταξύ τους δύο πέτρες σκληρές, βγάζουν σπίθες. Ἐνῶ ὅταν ἡ μία εἶναι μαλακή, ὅσο σκληρὴ καὶ νὰ εἶναι ἡ ἄλλη, δὲν βγαίνουν σπίθες. Ἔτσι καὶ μὲ τοὺς ἀνθρώπους. Ὁ ταπεινὸς εἶναι μαλακός. Σὲ μία σύγκρουση, ὁ ταπεινὸς ὑποχωρεῖ καὶ δὲν γίνεται ζημιά.
***
σκθ΄.
Ἂν βρεθῆ ἕνας μοναχός, ἀπελπισμένος μὲ τὴν καλὴ ἔννοια, καὶ πῆ:«Θεέ μου, δὲν ἀξίζω, τί νὰ κάνω προσευχὴ ἐγὼ γιὰ τὸν κόσμο;». Καὶ δὲν κάνει προσευχὴ γιὰ τὸν κόσμο γιατὶ εἶναι ἀνάξιος. Καὶ ἂν ξεχαστῆ καὶ κάνει καμία εὐχὴ γιὰ τὸν κόσμο, αὐτὴ ἡ εὐχὴ πιάνει περισσότερο ἀπὸ ὅλες τὶς εὐχὲς τοῦ κόσμου.
***σλ΄.
Παλαιά, ἔκανε κανεὶς ἕνα σφάλμα, μία ἁμαρτία ὑπῆρχε ντροπή· τώρα δὲν ὑπάρχει. Ἔρχεται ὁ διάβολος τῆς ἀναισθησίας, μᾶς ναρκώνει καὶ μετὰ μᾶς κάνει ὅ,τι θέλει. Γι’ αὐτὸ πρῶτα πρέπει νὰ μπῆ ἡ καλὴ ἀνησυχία στὸν ἄνθρωπο.
***
σλα΄.
Ἂν κάνουμε ἀγρυπνίες, μετάνοιες, ὅλα τὰ καλογερικά, ὰς ὑποθέσουμε, καὶ δὲν ὑπάρχει καλογερικὸ πνεῦμα, ὅλα πᾶν χαμένα.
***
σλβ΄.
Ἂν κανεὶς ἀγαπᾶ τὸν ἑαυτό μου, ἀπομονώνεται ἀπὸ τὸν Θεό. Βάζει μονωτικό.
***
σλγ΄.
Συνήθως, οἱ λογισμοὶ ἔρχονται ἀπὸ ἔξω σὰν τηλεγραφήματα. Μόνο ὅταν ὁ ἄνθρωπος φθάσει σὲ μία ἄσχημη κατάσταση, τότε οἱ λογισμοὶ δὲν προέρχονται ἀπὸ τὸν διάβολο, εἶναι δικοί του. Τότε παράγει ῥεῦμα ὁ ἴδιος.
***
σλδ΄.
Τὴν διάκριση τὴν ἀποκτοῦμε τελευταία. Ἡ διάκριση εἶναι ἡ κορωνίδα τῶν ἀρετῶν· εἶναι τὸ στεφάνι ποὺ προσφέρει ὁ Θεὸς στοὺς ἀγωνιστὲς στὸ τέλος τῶν ἀγώνων. Ἐμεῖς νὰ προσπάθουμε νὰ ζοῦμε σύμφωνα μὲ τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ καὶ Ἐκεῖνος θὰ μᾶς δώσει ὅ,τι μᾶς χρειάζεται γιὰ τὴν σωτηρία τῆς ψυχῆς μας.
***
σλε΄.
Χρειάζεται διάκριση σὲ ποιὸν θὰ εὐχηθοῦμε καλὴ μετάνοια. Ὅταν τὸ λὲς σὲ κάποιον ποὺ εἶναι «καλὸς» ἄνθρωπος τῆς Ἐκκλησίας, ποὺ ἔχει ὁρισμένα καλὰ ἐξωτερικὰ ἔγα, εἶναι σὰν νὰ τὸν βρίζεις. «Τί μοῦ λέει αὐτός;» σκέφτεται. «Τί εἶμαι ἐγώ; Κανένας ἐγκληματίας καὶ μοῦ εὔχεται καλὴ μετάνοια;». Ἐνῶ ἡ μετάνοια χρειάζεται στὸν καθένα μας γιὰ νὰ σωθοῦμε.
***
σλστ΄.
Καλύτερα σπάταλος παρὰ φιλάργυρος. Μὲ τὴν οἰκονομία θὰ πέσω ἔξω. Γιὰ νὰ μοῦ φθάσουν τὰ λουκούμια ποὺ κερνοῦσα τὸν κόσμο τὰ ἔκοβα στὰ δύο. Ἔ, τότε τὰ λουκούμια δὲν μοῦ ἔφθαναν ποτέ. Ὅταν ἄρχισα νὰ παρακαλῶ τοὺς ἀνθρώπους νὰ πάρουν καὶ δεύτερο λουκούμι, ἔ, τότε εἶχα περίσσευμα ἀπὸ λουκούμια. Ὁ οἰκογενειάρχης ὅμως ἔχει ὑποχρέωση, χωρὶς ἀγωνία, νὰ κάνει οἰκονομίες γιὰ νὰ βοηθήσει τὰ παιδιά του.
***
σλζ΄
Ἀληθινὴ καὶ τελεία ταπείνωση εἶναι ὅταν φθάσει ὁ ἄνθρωπος σὲ τέτοια κατάσταση, ὥστε νὰ θέλει νὰ ὑπερηφανευθῆ καὶ νὰ μὴν μπορῆ.
***
σλη΄.
Ἡ ἀγάπη δὲν κουράζει.
***
σλθ΄.
Οἱ ἄνθρωποι γίνονται σὰν ῥομπότ. Σταματᾶ ἡ κρίση. Σὲ λίγα χρόνια μόνο αὐτοὶ ποὺ ἀσχολοῦνται μὲ ἔρευνα θὰ ἔχουν κρίση. Οἱ ὑπόλοιποι θὰ γίνουν σὰν μηχανές.
***
σμ΄.
Δὲν φταῖμε γιὰ τοὺς κακοὺς λογισμοὺς ποὺ μᾶς ἔρχονται. Θὰ φταῖμε μόνο ἂν τοὺς δεχθοῦμε. Δὲν φτάνει ποὺ μᾶς ἐνοχλοῦν, θὰ φταῖμε καὶ ὅλας;.
***
σμα΄.
Γιὰ αὐτὸ ὁ Θεὸς δίνει τὴν λογική, γιὰ νὰ φθάσουμε σὲ κατάσταση νὰ ἀποκλείσουμε τὴν λογική.
***
σμβ΄.
Μὲ αὐτὰ ποὺ βλέπω καὶ ἀκούω θὰ εἶχα τρελαθῆ, ἂν δὲν τὰ ἀντιμετώπιζα μὲ τὸν λογισμὸ ὅτι τὸ τελευταῖο λόγο τὸν ἔχει ὁ Θεός.
***
σμγ΄.
Ἡ βάση τῆς πνευματικῆς ζωῆς εἶναι οἱ καλοὶ λογισμοί.
***
σμδ΄.
Τιμὴ καὶ γιὰ τὰ παιδιὰ καὶ γιὰ τοὺς γονεῖς ποὺ ἔρχονται μαζὶ στὸ Ἅγιον Ὄρος.
***
σμε΄.
Ἦταν ἕνας Ῥουμᾶνος δόκιμος στὴν Ῥουμανικὴ Σκήτη, πολὺ ὑπάκουος. Δὲν ἔλεγε ποτὲ ὄχι. Ὅποιος χρειαζόταν βοήθεια, αὐτὸν ἔπαιρνε. Μία μέρα, ἀφοῦ μὲ ὑπακοὴ ἀγωνίσθηκε νὰ μὴν πῆ ὄχι σὲ κανέναν, τὸ ἀπόγευμα κάθησε στὸ πεζούλι τῆς ἐκκλησίας κουρασμένος. Αὐτὸ ἦταν. Ἐκεῖ τελείωσε. Ὅταν οἱ πατέρες τὸν βρῆκαν νεκρό, ἄρχισαν νὰ λένε: «Μὰ πρὶν δέκα λεπτὰ τὸν εἶχα ἐγὼ στὸν κῆπο», «Καὶ ἐγὼ πρὶν μία ὥρα στὸ ψάρεμα», καὶ ἄλλος στὸν φοῦρνο καὶ ἄλλοι ἀλλοῦ. Καὶ τότε κατάλαβαν γιατὶ πέθανε ὁ δόκιμος. Καὶ φυσικὰ ὁ δόκιμος πῆγε στὸν οὐρανό, ἀλλὰ πῶς ξεμπλέκουν οἱ ὑπεύθυνοι στὸ Μοναστήρι μὲ τὸν Θεὸ μετά;
***
σμστ΄.
Πῆγα καὶ ἐπισκέφθηκα ἕναν μοναχὸ γείτονά μου. Δὲν τὸν εἶχα ἐπισκεφθῆ καθόλου. Ἦταν καλὸς μοναχὸς καὶ ἀσκητικός. Μοῦ εἶπε: «Εἶμαι γεροντάκι, ὅπου νὰ’ ναι θὰ πεθάνω καὶ δὲν ἔχω κάνει τίποτε στὴν ζωή μου. Ὅλοι οἱ ἄνθρωποι κάτι κάνουν στὴν ζωή τους. Ὅταν θὰ παρουσιασθοῦν στὸν Θεό, κάτι θὰ ἔχουν. Ἐγὼ ὅμως δὲν ἔχω τίποτε».Ἐνῶ ἔλεγε αὐτά, τὰ δάκρυα ἔτρεχαν ἀπὸ τὰ μάτια του. Τοῦ ἀπάντησα: «Ἔ, ὅλα ὅσα κάνουμε, τὰ κάνουμε γιὰ νὰ καταλήξουμε σὲ αὐτὸ τὸ συμπέρασμα, σὲ αὐτὸ τὸ τίποτε. Ὅση ἄσκηση καὶ ἂν κατορθώσουμε, σὲ αὐτὸ τὸ τέλος πρέπει νὰ φθάσουμε, ὅτι δὲν εἴμαστε τίποτε. Καὶ ἀφοῦ τώρα, ἂς ὑποθέσουμε, ἔφθασες σὲ αὐτὸ τὸ τέλος, τί τὰ θέλεις τὰ ὑπόλοιπα;». Καὶ ἦταν ἀγωνιστής.
***
σμζ΄.
Οἱ γυμνοὶ ἀσκητὲς ποὺ ζοῦν στὸν Ἄθωνα εἶναι οἱ ἀσύρματοι τῆς γῆς πρὸς τὸν Θεό.
***
σμη΄.
Κάποιος μοναχός, φεύγει γιὰ εἴκοσι μέρες ἀπὸ τὸ Ἰδιόῤῥυθμο Μοναστήρι του καὶ λέει ὅτι θὰ πάει Θεσσαλονίκη. Ἀλλὰ αὐτὸς πηγαίνει σὲ ἕνα παλαιὸ καμίνι, κόβει δύο κλαδιὰ γιὰ σκεπή, καὶ κάθεται μέσα εἴκοσι μέρες τρώγοντας παξιμάδι καὶ πίνοντας νερό.
***
σμθ΄.
Ἦταν ἕνας μοναχὸς σὲ ἕνα Ἰδιόῤῥυθμο Μοναστήρι, ποὺ ἔδειξε πολὺ ζῆλο στὴν πνευματικὴ ζωή. Ὁ Γέροντάς του βλέποντας τὸν ζῆλό του γιὰ ἄσκηση τοῦ παραχώρησε ἕνα ἡσυχαστικὸ κελλὶ γιὰ περισσότερη ἐλευθερία. Αὐτὸς ὅμως δὲν χρησιμοποιοῦσε τὴν ἐλευθερία αὐτὴ καλῶς, ἀλλὰ νομίζοντας ὅτι ὁ Θεὸς δὲν ἀνταποκρίνεται στὴν ἄσκηση ποὺ ἔκανε γρήγορα κουράσθηκε καὶ τὸ ἔῤῥιξε στὴν ἀμέλεια. Ἄρχισε νὰ ῥίχνει καὶ καμία ματιὰ στὰ περιοδικὰ ποὺ ἄφηναν οἱ ξένοι στὸ Ἀρχονταρίκι, καὶ μὲ τὶς ἄσχημες εἰκόνες ποὺ ἔβλεπε ἔγινε μπαρούτι. Μέρα νύχτα αὐτὰ σκεφτόνταν καὶ ἀπεφάσισε νὰ τὰ πετάξει, γιὰ νὰ γυρίσει στὸν κόσμο. Εἶχε ἕνα φίλο του στὴν Θεσσαλονίκη καὶ τοῦ ἔγραψε ὅτι μετανόησε ποὺ ἔγινε μοναχός: «Τώρα θέλω νὰ γυρίσω πίσω καὶ θὰ ἔρθω σὲ σένα νὰ μοῦ βρῆς καμία καλὴ κοπέλα νὰ τὴν παντρευτῶ». Τὰ εἶχε τακτοποιήσει ὅλα καλά. Στὸ τέλος ἦρθε νὰ μὲ ἀποχαιρετήσει διότι ἤμασταν γνωστοί. Ὅταν τὸν εἶδα, κατάλαβα ὅτι κάτι τοῦ συμβαίνει. Τοῦ ἔκανε μερικὲς ἐρωτήσεις καὶ τὸν ξετίναξα. Μοῦ τὰ εἶπε ὅλα. Εἶχε καταντήσει καὶ στοὺς ψυχιάτρους, ἔπαιρνε φάρμακα καὶ τελικὰ ἀπελπισμένος πήγαινε νὰ παντρευτῆ, διότι δὲν μποροῦσε νὰ βρῆ πουθενὰ καμία βοήθεια. Τοῦ εἶπα: «Στάσου, γιατὶ δὲν κατέληξες σὲ ὀρθὸ συμπέρασμα. Ὑπάρχει καὶ ἡ παρηγοριὰ στὴν μοναχικὴ ζωή, τὴν ὁποίαν ἐσὺ δὲν ἔνιωσες». «Ἐγὼ δὲν ἤθελα νὰ γίνω μοναχός. Ἦρθα ἐδῶ σὰν ζαλισμένος καὶ χωρὶς νὰ καταλάβω καλὰ-καλά, ἔγινα μοναχός. Ἀλλὰ ἐγὼ δὲν ἤθελα νὰ γίνω μοναχός». «Ἔ, καὶ δὲν αἰσθάνεσαι ἰδιαίτερη τιμὴ στὸ γεγονός, ὅτι ἐνῶ ἐσὺ δὲν ἤθελες νὰ γίνεις μοναχός, ὁ Θεὸς σὲ ἐξέλεξε γιὰ αὐτὴ τὴν θέση; Ἐμεῖς ὅλοι μας γιὰ νὰ γίνουμε μοναχοί, βάλαμε τὸ μυαλό μας, τὶς ἰδεές μας, τὰ ὄνειρά μας καὶ τὶς ἐπιθυμιές μας, ἐνῶ ἐσύ, ζοῦσες τὴν ζωή σου καὶ ὁ Θεὸς εἶδε τὴν καρδιά σου, σὲ ἀγάπησε καὶ σὲ ἔφερε στὸ Μοναστήρι Του. Δὲν νιώθεις ἰδιαίτερη τιμή, διότι σὲ ἀγάπησε ὁ Θεὸς τόσο πολύ; Μὴν ἀπελπίζεσαι, ὑπάρχει ἐπιστροφή». Τοῦ μίλησα πολλὴ ὥρα. Στὸ τέλος ἔβαλε τὰ κλάματα καὶ μετανόησε γιὰ αὐτὸ ποὺ ἤθελε νὰ κάνει. Ἀποφάσισε νὰ κάνει μία καινούργια ἀρχή. Τοῦ εἶπα νὰ κάνει τρεῖς μετάνοιες καὶ δώδεκα κομποσχοίνια. Καὶ σήμερα κάνει 700 μετάνοιες σὰν λάστιχο, χωρὶς νὰ κουράζεται, καὶ κάθεται ὧρες στὴν προσευχή. Καὶ αἰσθάνεται πολλὴ ἀγαλλίαση, ὅταν προσεύχεται. Μοῦ λέει: «Ὲὰν αὐτὴ ἡ ἀγαλλίαση εἶναι ὁ Παράδεισος, ἐγὼ δέχομαι νὰ καθήσω μία αἰωνιότητα ἔτσι». «Τὄχασες βρέ; Αὐτὸς εἶναι ὁ Παράδεισος; Ἐσὺ ἔχεις ἕναν κόκκο ἄμμου μόνο καὶ μιλᾶς γιὰ παραδεισένια χαρά;». Καὶ ντρέπεται πάρα πολὺ γιὰ ἐκεῖνο τὸ γεγονός. Ἔρχεται καμία φορὰ καὶ μοῦ μιλάει ἀπ’ ἔξω-ἀπ’ ἔξω γι’ αὐτό, νὰ δῆ ἂν τὸ θυμᾶμαι, καὶ κοκκινίζει. Ἀλλὰ ἐγὼ τοῦ δείχνω ὅτι τὸ ξέχασα τελείως, καὶ ποτὲ δὲν τὸ ἀναφέρει. Καὶ ἂν πάει στὸ Μοναστήρι του κανείς, καὶ τὸν κοιτάζει μὲ ἐπιμονὴ λίγο, ἀμέσως κοκκινίζει καὶ κατεβάζει τὸ κεφάλι, διότι σκέφτεται: «Ὁ γερω-Παΐσιος τοῦ εἶπε τὸ γεγονὸς καὶ γιὰ αὐτὸ μὲ κοιτάζει ἐπίμονα». Καὶ τώρα ἔχει ἕνα ἀριθμὸ ἀνθρώπων γύρω του, τοὺς ὁποίους κατευθύνει καὶ βοηθᾶ· ὁ ἴδιος εἶναι μία σημαντικὴ προσωπικότητα καὶ φυσικὰ χρήσιμος γιὰ τὸ Μοναστήρι του.
***

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου